Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι - Η λίμνη των κύκνων


(Βότκινσκ 1840 – Αγία Πετρούπολη 1893) Ρώσος συνθέτης, που εκπαιδεύθηκε για καριέρα δημοσίου υπαλλήλου αλλά την εγκατέλειψε γρήγορα ακολουθώντας την κλίση του για τη μουσική σύνθεση. Το έργο του περιλαμβάνει έργα για πιάνο, έξι συμφωνίες (μεταξύ των οποίων η Παθητική), φαντασίες-εισαγωγές, μπαλέτα, Η λίμνη των κύκνων (1876), Η ωραία Κοιμωμένη (1890), Καρυοθραύστης (1892), κοντσέρτα, και όπερες (Ευγένιος Ονιέγκιν, Ντάμα πίκα).

Η λίμνη των κύκνων, το πρώτο μπαλέτο του Τσαϊκόφσκι, έχει μουσικό πνεύμα εξαίσιο και εκλεπτυσμένο, ενώ ταυτόχρονα ανανεώνει την ερμηνευτική αντίληψη του χορού. Ένα από τα αριστουργήματα του είδους. Παραγγέλθηκε από το Αυτοκρατορικό Θέατρο Μπαλσόι της Μόσχας τον Μάιο του 1875.

Η παραμυθένια πλοκή περιστρέφεται γύρω από την αγάπη του νεαρού πρίγκιπα Ζίγκφριντ και της όμορφης πριγκίπισσας Οντέτ που της έχει κάνει μάγια ο κακός μάγος Ρότμπαρτ. Η αγάπη του Ζίγκφριντ για την Οντέτ θριαμβεύει επί της δύναμης του κακού, αν και με τραγικό τρόπο.
Η πρεμιέρα της παράστασης δόθηκε στις 20 Φεβρουαρίου και γνώρισε παταγώδη αποτυχία. Αρκετά χρόνια αργότερα όμως, και συγκεκριμένα στο θέατρο Μαριίνσκι της Αγίας Πετρούπολης στις 15 Ιανουαρίου 1895 (έναν χρόνο μετά τον θάνατο του Τσαϊκόφσκι), και με νέα χορογραφία από τον Μαριούς Πετιπά και Λεβ Ιβανόφ, η παράσταση αποθεώνεται.

(Σκηνή ΙΙ-14) Το βασικό θέμα



Ισπανικός χορός


Τέσσερεις μικροί κύκνοι (pas de deux)




Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Μάνος Λοΐζος - ο ευαίσθητος τραγουδοποιός

(Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, 22 Οκτωβρίου 1937 - Μόσχα, 17 Σεπτεμβρίου 1982)

«Ο Μάνος ήταν μια πλαγιά πολύχρωμα λουλούδια που έλαμπαν καθώς τα χτυπούσε ο ήλιος.
Και θα λάμπουν για πάντα και πιο πολύ όσο θα υπάρχει και θα λάμπει
στον κόσμο αυτός ο μοναδικός ήλιος: η καρδιά του ανθρώπου».

Μίκης Θεοδωράκης

Το μοναδικό παιδί του Ανδρέα Λοΐζου, παντοπώλη που έχει φτάσει στην Αλεξάνδρεια το 1924 από τους Αγίους Βαβατσινιάς (ένα χωριό της Λάρνακας της Κύπρου) και της Δέσποινας Μανάκη, κόρης γεωπόνου από τη Ρόδο. Το 1957 οι ιδιόμορφες συνθήκες που διαμορφώνονται στην Αίγυπτο με την κατάληψη της εξουσίας από τον Νάσερ επιβάλλουν τη μόνιμη πια εγκατάστασή του στην Αθήνα. Το 1962, μέσω μιας κοινής φίλης, έρχεται σε επαφή με τον Μίμη Πλέσσα και εκείνος μεσολαβεί στην εταιρία Philips, έτσι ώστε να ηχογραφήσει το πρώτο του τραγούδι. Είναι το Τραγούδι του δρόμου, ελληνική απόδοση από τον Νίκο Γκάτσο ενός ποιήματος του Λόρκα. Τραγουδά ο Γιώργος Μούτσιος. Παράλληλα γίνεται ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος στον Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής που δημιουργείται τον Απρίλιο με στόχο τη στήριξη του έργου του Μίκη Θεοδωράκη αλλά και την προβολή νέων δημιουργών, ενώ αναλαμβάνει τη διεύθυνση της χορωδίας του ΣΦΕΜ και με αυτήν συμμετέχει το καλοκαίρι στις παραστάσεις της μουσικής επιθεώρησης του Μίκη Θεοδωράκη Όμορφη Πόλη που ανεβαίνει με μεγάλη επιτυχία στο θέατρο Παρκ. Το καλοκαίρι του 1963 παίζει κάποια από τα πρώτα του τραγούδια στο πλαίσιο της μουσικής επιθεώρησης Μαγική Πόλις που ανέβηκε στο θέατρο Παρκ σε μουσική των Μίκη Θεοδωράκη και Μάνου Χατζιδάκι.

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

Μορίς Ραβέλ - Μπολερό

(1875 Σιμπούρ, Γαλλικά Πυρηναία, - Παρίσι 1937)
Μαζί με τον Ντεμπυσί και τον Στραβίνσκι κατάφερε να θέσει τέρμα στην αυστρογερμανική μουσική κυριαρχία στην Ευρώπη. Αφήνοντας ελεύθερη την εκπληκτική φαντασία του, έγραψε μουσική με τη σχολαστική επιμέλεια του τεχνίτη και με μια συναρπαστική ενορχήστρωση. Μεγάλο μέρος της εκφράζει τον θαυμασμό του συνθέτη για την παιδική ηλικία ή για  εξωτικά θέματα, όπως η Ισπανία, η κλασική αρχαιότητα και οι ανατολικοί πληθυσμοί. Συνέθεσε όπερες, μπαλέτα, έργα για ορχήστρα, δύο κοντσέρτα για πιάνο, μουσική δωματίου, έργα για φωνή και πολλά έργα για πιάνο. Η ρωσική μουσική τον γοήτευε και η ενορχήστρωσή του της σουίτας για πιάνο του Μουσόργκσκι (Εικόνες από μια Έκθεση)  αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή κομμάτια του συμφωνικού ρεπερτορίου. Η Σεχραζάντ είναι η πρώτη μεγάλη και ώριμη σύνθεση του Ραβέλ και η Τσιγγάνα «ραψωδία κοντσέρτο» είναι μια φαντασία βασισμένη σε τσιγγάνικα μοτίβα. Το Μπολερό (1928), που δεν είναι αναγκαστικά από τα σπουδαιότερα έργα του, είναι το πιο δημοφιλές.

Το Μπολερό του Ραβέλ


Το Μπολερό, που βασίζεται σε λαϊκό χορό του 18ου αιώνα, αποτελεί αληθινή ενορχηστρωτική πραγματεία. Ο συνθέτης εισάγει ένα ένα τα διαφορετικά όργανα μιας σύγχρονης συμφωνικής ορχήστρας, βασιζόμενος απλώς και μόνο στην επανάληψη ενός κυρίως θέματος που χωρίζεται σε δύο μουσικές φράσεις. Ο Ραβέλ αναδεικνύει τον ανοιχτά ερωτικό χαρακτήρα του ήρεμου, απλού και λικνιστικού «μαυριτανικού» θέματος, το οποίο επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, σταδιακά μεταβάλλοντας τις αποχρώσεις των μουσικών οργάνων και οδηγώντας τελικά σε μια οργασμική κορύφωση.

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2012

Κώστας Γιαννίδης (ψευδώνυμο του Γιάννη Κωνσταντινίδη)

(Σμύρνη1903 - Αθήνα 1984)
Ένας άγνωστος –δυστυχώς– στους πολλούς συνθέτης μας με πολλά θαυμάσια και πασίγνωστα τραγούδια. Έκανε τα πρώτα του μαθήματα μουσικής στη Σμύρνη και σε ηλικία 19 χρόνων, παραμονές της Μικρασιατικής Καταστροφής, πήγε στη Γερμανία για ανώτερες σπουδές, όπου βρέθηκε μαζί με τον άλλο Έλληνα συνθέτη μας, τον Νίκο Σκαλκώτα, με τον οποίο συνδέθηκε στενά.
Όταν επέστρεψε στην Αθήνα, για βιοποριστικούς λόγους, αναγκάστηκε να ασχοληθεί με το μουσικό θέατρο και το τραγούδι, κάνοντας καριέρα ως Κώστας Γιαννίδης (αναστροφή του ονόματός του, για να μη συγχέεται με τον συνώνυμό του Γρηγόρη Κωνσταντινίδη). Δεν σταμάτησε όμως να εργάζεται στον χώρο της έντεχνης μουσικής, αθόρυβα και επιμελημένα, προτάσσοντας ένα μοναδικό ύφος και μια σπάνια ευγένεια, με ένα ιμπρεσιονιστικό και νεοκλασικό αρμονικό ιδίωμα ανάλογο του Ραβέλ.
Όντας ένας από τους κορυφαίους στον χώρο της Εθνικής Μουσικής Σχολής, το ελληνικό δημοτικό τραγούδι αποτέλεσε στήριγμα όλων των συνθέσεών του, ενώ το αγάπησε, το μελέτησε βαθιά και το αντιμετώπισε με σεμνότητα, ακρίβεια και λακωνικότητα στην έκφρασή του.
Η μουσική του όλη είναι φιλτραρισμένη μέσα από μια γνήσια ελληνική αίσθηση, και καταυγάζεται από το αιγαιοπελαγίτικο λευκό φως, έχοντας όλες εκείνες τις αρετές που χαρακτηρίζουν κάθε γνήσιο έργο τέχνης – τη σεμνότητα και την απλότητα.
Έργα του: 22 Τραγούδια και χοροί από τα Δωδεκάνησα, Έξι σπουδές πάνω σε ελληνικούς λαϊκούς ρυθμούς, Οκτώ νησιωτικοί χοροί, κ.ά.

Ο συνθέτης, στο πιάνο, με τη Σοφία Βέμπο
Τα τραγούδια του όλα, μεγάλες επιτυχίες. Μεταξύ αυτών: Πόσο λυπάμαι, Λίγα λουλούδια αν θέλεις στείλε μου, Συγγνώμη σου ζητώ, συγχώρεσέ με, Καλό σου ταξίδι, Θάρθω μια νύχτα με φεγγάρι, Κάποιο μυστικό, Λες και ήταν χτες, Σαν κι απόψε, Ερι-Ερήνη, Το τραγούδι της Μαρίνας, Σπιτάκι μου παλιό, Λες και δεν είν' αλήθεια, Τα δικά σου τα μάτια, Πάμε σαν άλλοτε, Για σένα μονάχα, Εκείνοι που δεν κλάψανε, Βαρκαρόλα, Κοιμήσου, Όλο μου λες πως πια δε μ' αγαπάς, Μη φύγεις, Πέρσι τέτοιο καιρό, Ας σταματήσουμε ως εδώ, Θα σε πάρω, θα με πάρεις, Ζητώ να σε ξεχάσω, Σ' αγαπώ, Ο Γιάννος κι η Παγώνα κ.ά. Έγραψε επίσης μουσική για τις ταινίες: Η προσφυγοπούλα, Οι Γερμανοί ξανάρχονται, Μαρίνα, Ο μεθύστακας κ.ά.



Πόσο λυπάμαι με τη Σοφία Βέμπο


Ο Γιάννος και η Παγώνα
δημοτικού ύφους τραγούδι με τη Σοφία Βέμπο στην ταινία Η προσφυγοπούλα (1938)


Το τραγούδι της Μαρίνας
τραγουδάει η Στέλλα Γκρέκα στην ταινία Μαρίνα (1947)


Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

Παναγιώτης Τούντας

(Σμύρνη 1884 - Αθήνα 23.5.1942). Συνθέτης, στιχουργός, οργανοπαίκτης (μαντολίνο, βιολί κ.ά.) και ο πρώτος σταθμός στην ιστορία του ρεμπέτικου. Από παιδί άρχισε να παίζει μαντολίνο και σπούδασε μουσική στην Αίγυπτο. Από το 1915 συμμετείχε στη Σμυρναίικη Εστουδιαντίνα του Σιδέρη Τα Πολιτάκια. Συμμετείχε σε διάφορα μουσικά σχήματα που έκαναν περιοδείες εκτός Σμύρνης για την ψυχαγωγία των Ελλήνων της διασποράς.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ήρθε και εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Πρωτόπαιξε στο «Αραράτ» της λεωφόρου Αλεξάνδρας, τον Αύγουστο του 1923. Κατόπιν εμφανίστηκε στην ταβέρνα του Κερατζάκη στην Ανάσταση Κερατσινίου και αργότερα δημιούργησε τη δική του ορχήστρα.
Το 1924 ανέλαβε τη διεύθυνση του ελληνικού παραρτήματος της γερμανικής ODEON, ως το 1930. Ώσπου να κατασκευαστεί το εργοστάσιο δίσκων στην Ελλάδα, συνεργάζεται σχεδόν με όλες τις δισκογραφικές εταιρείες και διευθύνει τις περισσότερες ηχογραφήσεις, προωθώντας νέους καλλιτέχνες. Το 1931 αναλαμβάνει καλλιτεχνικός διευθυντής της COLUMBIA και της HIS MASTER'S VOICE και παραμένει στη θέση αυτή ως το 1941.
Έγραψε γύρω στα 230 τραγούδια που έχουν ερμηνευθεί από όλους τους προπολεμικούς τραγουδιστές της εποχής, όπως ο Κώστας Ρούκουνας, ο Στελλάκης Περπινιάδης, ο Κώστας Νούρος, η Ρόζα Εσκενάζυ, η Ρίτα Αμπατζή, ο Αντώνης Νταλγκάς, ο Ευάγγελος Σωφρονίου, ο Ζαχαρίας Κασιμάτης, ο Γιώργος Βιδάλης, ο Στράτος Παγιουμτζής κ.ά.

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

Έντβαρντ Γκριγκ - Πέερ Γκυντ


(Μπέργκεν 1843-1907)
Ο μεγαλύτερος συνθέτης της Νορβηγίας. Οι επιδράσεις του από τη λαϊκή μουσική της χώρας του βοήθησαν να αποκτήσει ένα μοναδικό προσωπικό ύφος. Οι δύο συνθέσεις που τον έκαναν δημοφιλή –Κοντσέρτο για πιάνο που έγραψε σε ηλικία 25 ετών και το Πέερ Γκυντ, που έγραψε για το θεατρικό έργο του συμπατριώτη του Ερρίκου Ίψεν– και με τις οποίες κατέκτησε μία στέρεη θέση στο διεθνές ρεπερτόριο, είναι έργα ορχηστρικά, όπου ο λυρισμός εξισορροπείται από την υψηλή δραματικότητα.



Πέερ Γκυντ
Σουίτα Νο1 έργο 46 – Τέταρτο μέρος
Στην αίθουσα του βασιλιά των ορέων


Η εισαγωγή σε εμβατηριακό ρυθμό με τσέλα και κοντραμπάσα και πυκνή συνοδεία των φαγκότων. Προχωρώντας το θέμα φθάνει σε μεθυστικά ύψη ως προς την ταχύτητα και τον όγκο, ενισχυμένο από τα κρουστά.
Ο Πέερ Γκυντ συλλαμβάνεται από τον Βασιλιά των Ξωτικών με την κατηγορία ότι προσπάθησε να σαγηνεύσει την κόρη του.

Σουίτα Νο2 έργο 55 – Δεύτερο μέρος
Αραβικός χορός


Η σκηνή εκτυλίσσεται σε μια αραβική όαση.
Γκρανκάσα, κύμβαλα και τρίγωνο επιβάλλουν τον χορευτικό ρυθμό. Στη συνέχεια παραλαμβάνεται από όμποε και το φαγκότο. Εμφάνιση των εγχόρδων και αύξηση της ορχηστρικής πυκνότητας.