Ο Κώστας Καρίπης ή Καριπόπουλος [Κωνσταντινούπολη 1895(;) - Αθήνα 1952(;)] ήταν τραγουδιστής, συνθέτης, στιχουργός, οργανοπαίκτης, μια από τις πολύ σημαντικές μουσικές προσωπικότητες που ήρθαν από την Πόλη μετά το 1922. Αφού διήνυσε λαμπρή πορεία ως τραγουδιστής μεταξύ 1922 και 1932, ασχολήθηκε και με τη σύνθεση, ενώ παρέμεινε ως τον θάνατό του ο σημαντικότερος κιθαρίστας στον χώρο. Ο Τσιτσάνης μάλιστα δήλωσε ότι άλλαξε τον τρόπο που έπαιζε μπουζούκι όταν πέθανε ο Καρίπης.
Ως τραγουδιστής ηχογράφησε το διάστημα 1928-1932 γύρω στα 50, κυρίως παραδοσιακά, τραγούδια, ενώ από το 1933 ως το 1947, περίπου άλλα 60 ως συνθέτης.
Το τραγούδι βασίζεται σε μία από τις παλαιότερες παραδοσιακές μελωδίες. Δημιουργήθηκε μετά την άφιξη των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία στην Ελλάδα και σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Οι κυβερνήσεις της εποχής μοίρασαν στους πρόσφυγες, έναντι μέρους της ανταλλάξιμης περιουσίας, ομολογίες, οι οποίες τη δεκαετία του 1930 έχασαν το μεγαλύτερο μέρος της αξίας τους.
«Ανταλλάξιμη περιουσία» ονομάστηκε η περιουσία των μουσουλμάνων που αποχώρησαν από την Ελλάδα με τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923. Η περιουσία αυτή έπρεπε να εκποιηθεί και το τίμημα να μοιραστεί από το ελληνικό κράτος στους Έλληνες πρόσφυγες, σε αντάλλαγμα της περιουσίας που έχασαν στη Μικρά Ασία. Ουδέποτε όμως επετεύχθη ο σκοπός αυτός.
Με χιουμοριστικό ύφος εξάλλου θίγεται μεταξύ άλλων και ο θεσμός της προίκας.
Υπάρχει ένας ακόμη στίχος για να ολοκληρωθεί το νόημα του τραγουδιού:
*Κοκκινιά είναι η πρώτη ονομασία του σημερινού Δήμου Νίκαιας, από το κοκκινόχωμα που ήταν γεμάτη η περιοχή.
**Ποδονίφτης ήταν η ονομασία του σημερινού Δήμου Νέας Φιλαδέλφειας, από τον ομώνυμο παραπόταμο του Κηφισού. Ο συνοικισμός του Ποδονίφτη χτίστηκε ως πρότυπος οικισμός για να αποδείξουν οι ελληνικές κυβερνήσεις στην Κοινωνία των Εθνών, οργανισμό αντίστοιχο του σημερινού ΟΗΕ, το ενδιαφέρον τους για τους πρόσφυγες.
Ως τραγουδιστής ηχογράφησε το διάστημα 1928-1932 γύρω στα 50, κυρίως παραδοσιακά, τραγούδια, ενώ από το 1933 ως το 1947, περίπου άλλα 60 ως συνθέτης.
Οι ομολογίες (1928)
Το τραγούδι βασίζεται σε μία από τις παλαιότερες παραδοσιακές μελωδίες. Δημιουργήθηκε μετά την άφιξη των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία στην Ελλάδα και σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Οι κυβερνήσεις της εποχής μοίρασαν στους πρόσφυγες, έναντι μέρους της ανταλλάξιμης περιουσίας, ομολογίες, οι οποίες τη δεκαετία του 1930 έχασαν το μεγαλύτερο μέρος της αξίας τους.
«Ανταλλάξιμη περιουσία» ονομάστηκε η περιουσία των μουσουλμάνων που αποχώρησαν από την Ελλάδα με τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923. Η περιουσία αυτή έπρεπε να εκποιηθεί και το τίμημα να μοιραστεί από το ελληνικό κράτος στους Έλληνες πρόσφυγες, σε αντάλλαγμα της περιουσίας που έχασαν στη Μικρά Ασία. Ουδέποτε όμως επετεύχθη ο σκοπός αυτός.
Με χιουμοριστικό ύφος εξάλλου θίγεται μεταξύ άλλων και ο θεσμός της προίκας.
Αχ, κι αν δεν σου δώσει η μάνα σου ογδόντα ομολογίες,
Αχ, οδόντα ομολογίες,
Άλλα λες κι άλλα μου κάνεις
Βάλθηκες να με τρελάνεις
Ωχ, και άλλα τόσα μετρητά, θα χάσει τις ελπίδες
Αχ, θα χάσει τις ελπίδες
Ντούρου ντούρου ντούρου ντούρου
Στην πλατεία Κουμουνδούρου
Αχ, κι αν δεν σου δώσει η μάνα σου της Κοκκινιάς* το σπίτι
Αχ, της Κοκκινιάς το σπίτι
Άλλα λες κι άλλα μου κάνεις
Βάλθηκες να με πεθάνεις
Αχ, θα πά’ να πάρω τη Μαριώ από τον Ποδονίφτη**
Αχ, από τον Ποδονίφτη
Άλλα λες κι άλλα μου κάνεις
Βρε Σμυρνιά θα με πεθάνεις
Αχ, αν δε σου δώσει η μάνα σου αμπέλι και χωράφι
Αχ, αμπέλι και χωράφι
Άλλα λες κι άλλα μου κάνεις
Βρε Σμυρνιά θα με πεθάνεις
Αχ, και τότε, βρε κοπέλα μου, θα μείνεις για το ράφι
Αχ, θα μείνεις για το ράφι
Ντούρου ντούρου ντούρου ντούρου
Στην πλατεία Κουμουνδούρου
Αχ, κι αν δε σου δώσει ημάνα σου τα όσα σου ’χει τάξει
Αχ, τα όσα σου ’χει τάξει
Άλλα λες κι άλλα μου κάνεις
Βάλθηκες να με τρελάνεις
Αχ, οδόντα ομολογίες,
Άλλα λες κι άλλα μου κάνεις
Βάλθηκες να με τρελάνεις
Ωχ, και άλλα τόσα μετρητά, θα χάσει τις ελπίδες
Αχ, θα χάσει τις ελπίδες
Ντούρου ντούρου ντούρου ντούρου
Στην πλατεία Κουμουνδούρου
Αχ, κι αν δεν σου δώσει η μάνα σου της Κοκκινιάς* το σπίτι
Αχ, της Κοκκινιάς το σπίτι
Άλλα λες κι άλλα μου κάνεις
Βάλθηκες να με πεθάνεις
Αχ, θα πά’ να πάρω τη Μαριώ από τον Ποδονίφτη**
Αχ, από τον Ποδονίφτη
Άλλα λες κι άλλα μου κάνεις
Βρε Σμυρνιά θα με πεθάνεις
Αχ, αν δε σου δώσει η μάνα σου αμπέλι και χωράφι
Αχ, αμπέλι και χωράφι
Άλλα λες κι άλλα μου κάνεις
Βρε Σμυρνιά θα με πεθάνεις
Αχ, και τότε, βρε κοπέλα μου, θα μείνεις για το ράφι
Αχ, θα μείνεις για το ράφι
Ντούρου ντούρου ντούρου ντούρου
Στην πλατεία Κουμουνδούρου
Αχ, κι αν δε σου δώσει ημάνα σου τα όσα σου ’χει τάξει
Αχ, τα όσα σου ’χει τάξει
Άλλα λες κι άλλα μου κάνεις
Βάλθηκες να με τρελάνεις
Υπάρχει ένας ακόμη στίχος για να ολοκληρωθεί το νόημα του τραγουδιού:
Μες στου Φαλήρου τα νερά να πά’ να σε πετάξει
Αχ, να πά’ να σε πετάξει
που πιθανώς παραλείφθηκε λόγω της περιορισμένης διάρκειας του δίσκου.*Κοκκινιά είναι η πρώτη ονομασία του σημερινού Δήμου Νίκαιας, από το κοκκινόχωμα που ήταν γεμάτη η περιοχή.
**Ποδονίφτης ήταν η ονομασία του σημερινού Δήμου Νέας Φιλαδέλφειας, από τον ομώνυμο παραπόταμο του Κηφισού. Ο συνοικισμός του Ποδονίφτη χτίστηκε ως πρότυπος οικισμός για να αποδείξουν οι ελληνικές κυβερνήσεις στην Κοινωνία των Εθνών, οργανισμό αντίστοιχο του σημερινού ΟΗΕ, το ενδιαφέρον τους για τους πρόσφυγες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου