Τρίτη 10 Ιουλίου 2012

Βασίλης Τσιτσάνης - Το βαπόρι απ' την Περσία

Το μότορσιπ «Γκλόρια»
Στις 7 Ιανουαρίου του 1977 το μότορσιπ «Γκλόρια», φορτωμένο με 11 τόνους κατεργασμένο χασίς, συνολικής αξίας 4 δισ. δραχμών, ερχόμενο από την Βηρυτό και με προορισμό την Αμβέρσα ή το Άμστερνταμ, «πιάστηκε» στην Κορινθία, όπως έγραψε λίγες μέρες αργότερα ο Βασίλης Τσιτσάνης, και μία από τις μεγαλύτερες ποσότητες χασίς ως τότε στα παγκόσμια χρονικά κατασχέθηκε.
Τα ρεπορτάζ των εφημερίδων ανέφεραν ότι το «Γκλόρια» ήταν πλευρισμένο στα Ίσθμια και περίμενε εντολές για την πορεία του, όταν βρέθηκαν πάνω του έντεκα τόνοι χασίς σκεπασμένοι με λινάτσες. Συνελήφθησαν ο πλοίαρχος και οι ναυτικοί του πλοίου, μεταξύ αυτών και δύο Τούρκοι υπήκοοι, οι οποίοι είχαν κρυφτεί στις καμπίνες. Οι άντρες του Λιμενικού τους έριξαν καπνογόνα, αναγκάζοντάς τους να ανέβουν στο κατάστρωμα. Βρέθηκαν ακόμη δύο πιστόλια τύπου Μπράουνινγκ και πεντακόσιες σφαίρες.
Παραλήπτες του φορτίου, σύμφωνα με πληροφορίες, ήταν Λιβανέζοι στην Αμβέρσα ή στο Άμστερνταμ. Ασφαλώς η δουλειά ήταν «προμελετημένη, καρφωτή και μιλημένη», αφού ο πλοίαρχος του «Γκλόρια» Νίκος Ξανθόπουλος, ο «Κάπτεν Νικ», όπως τον αποκαλούσαν, ήταν άνθρωπος της αμερικανικής Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών DEA (Drug Enforcement Administration). Ο «Κάπτεν Νικ» είχε γυρίσει όλες τις θάλασσες του κόσμου και είχε γνωρίσει τους πάντες γύρω από τα κυκλώματα του εμπορίου ναρκωτικών, από τις χώρες παραγωγής μέχρι και τον τελευταίο παραλήπτη χονδρέμπορο.
Λαθρέμπορος τσιγάρων στην αρχή της καριέρας του και ο ίδιος, διαφοροποιήθηκε στην πορεία, εξαιτίας του θανάτου ενός αδελφικού του φίλου από υπερβολική δόση μορφίνης. Από τότε ορκίστηκε πολέμιος των ναρκωτικών. Αποδέχθηκε την πρόταση της DEA το 1964 και από τότε εισχωρούσε στα κανάλια των ναρκωτικών και έδινε πληροφορίες σχετικά με τη διακίνηση. Μερικές φορές, όπως στην περίπτωση του «Γκλόρια», παραλάμβανε ο ίδιος το εμπόρευμα με το καράβι του, ως μεταφορέας, και το παρέδιδε στις λιμενικές αρχές.
Το όλο σκηνικό βεβαίως που στηνόταν, σε συνεργασία με τα ανώτερα κλιμάκια του υπουργείου της εκάστοτε χώρας, έπρεπε να είναι αληθοφανές, ώστε να μην εκτεθεί ο ίδιος και αποκαλυφθεί η ιδιότητά του στους ανθρώπους των ναρκωτικών, γεγονός που θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωή του. 

Πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ της εφημερίδας «Μακεδονία» για την κατάσχεση
των 11 τόνων χασίς
Στην περίπτωση του «Γκλόρια» συνέβη το εξής: Ο «Κάπτεν Νικ» βρισκόταν με το καράβι στη Λάρνακα, όταν τον πλησίασε ένας ναυτικός πράκτορας και του πρότεινε μια «μεγάλη» δουλειά – ένα φορτίο από τη Βηρυτό με προορισμό το Ρότερνταμ. Ο «Κάπτεν Νικ» δέχθηκε και τράβηξε με το πλοίο του για Βηρυτό, στο λιμάνι Τζουνίχ. Εκεί συνάντησε δύο Λιβανέζους εμπόρους και συμφώνησαν για τη μεταφορά του εμπορεύματος, που ήταν 300 σακιά χασίς, 40 κιλά το καθένα (80 πλάκες του μισού κιλού το κάθε τσουβάλι). Το ποσό για τη μεταφορά ορίστηκε στα 300.000 δολάρια, τα μισά με τη φόρτωση και τα άλλα μισά με την παράδοση στο Ρότερνταμ.
Η παραλαβή του εμπορεύματος έγινε έξω από το παραθαλάσσιο χωριό Ιμεΐλ, όπου με βάρκες μεταφέρθηκαν τα τσουβάλια με το χασίς. Με την τελευταία βάρκα μπήκαν στο «Γκλόρια» και οι δυο Τούρκοι συνοδοί του εμπορεύματος. Εν τω μεταξύ, πριν από την παραλαβή, στις 23 Δεκεμβρίου 1976, ο «Κάπτεν Νικ» είχε καλέσει από το ραδιοτηλέφωνο του «Γκλόρια» το ΥΕΝ στην Ελλάδα και είχε ειδοποιήσει συνθηματικά ότι θα τους φέρει πολλούς τόνους «σοκολάτα» δώρο για τα Χριστούγεννα. Για να μην εκτεθεί στους λαθρέμπορους, ενημέρωσε ακόμη ότι θα πλεύσει 10 μίλια νότια της Πύλου και ζήτησε ελληνικό καταδιωκτικό του Λιμενικού να τους προσεγγίσει στο συγκεκριμένο σημείο, τάχα για έναν τυπικό έλεγχο.
Μετά τη φόρτωση του εμπορεύματος, ο «Κάπτεν Νικ» έβαλε πλώρη για την Πύλο, έχοντας πλήρωμα δύο ναύτες, μαζί τους βεβαίως και οι δύο Τούρκοι συνοδοί. Κατευθυνόμενος προς την Πύλο συνάντησε σφοδρή θαλασσοταραχή (11-12 μποφόρ) που τον ανάγκασε να αλλάξει ρότα. Έτσι τράβηξε προς τη Σίφνο όπου αγκυροβόλησε προσωρινά. Ειδοποίησε εκ νέου το ΥΕΝ και πήρε εντολές για νέο τόπο συνάντησης, στα Ίσθμια της Κορίνθου. 

Το «Γκλόρια» έφθασε στις 6 Ιανουαρίου του 1977 στα Ίσθμια, όπου το περίμενε όλο σχεδόν το Λιμενικό Σώμα. Οι δυο Τούρκοι (τα «δυο μεμέτια τα καημένα») οδηγήθηκαν στις φυλακές του Ναυπλίου, ενώ ο «Κάπτεν Νικ» και το πλήρωμά του, μετά τις αρχικές υποτιθέμενες συλλήψεις, δέχθηκαν τα συγχαρητήρια του αρχηγού του ΥΕΝ Ν. Παπαδόγγονα. Το υπουργείο Οικονομικών όρισε ως αμοιβή για τη μεγάλη επιτυχία 7.800.000 δρχ. Ο «Κάπτεν Νικ» από αυτά πήρε 1.500.000 δρχ., και τα υπόλοιπα τα μοιράστηκαν διάφοροι… αξιωματικοί.
Ο Τσιτσάνης έκανε την υπόθεση τραγούδι, το οποίο γνώρισε μεγάλη επιτυχία αλλά στην συνέχεια απαγορεύθηκε η μετάδοσή του από τα δημόσια μέσα ενημέρωσης.
* Από το βιβλίο «Ένα Τραγούδι και Μια Ιστορία» του Ηρακλή Ευστρατιάδη.
Εκδόσεις Τουμπής.

Το βαπόρι απ’ την Περσία
Βασίλης Τσιτσάνης - Λιζέττα Νικολάου


Το βαπόρι απ’ την Περσία πιάστηκε στην Κορινθία.
Τόνοι έντεκα γεμάτο με χασίσι μυρωδάτο.

Τώρα κλαίν’ όλα τα’ αλάνια
που θα μείνουνε χαρμάνια.

Βρε κουρνάζε μου τελώνη, τη ζημιά ποιος την πληρώνει;
Και σ’ αυτή την ιστορία μπήκαν τα λιμεναρχεία.

Τώρα κλαίν’ όλα τα’ αλάνια
που θα μείνουνε χαρμάνια.

Ήταν προμελετημένοι καρφωτοί και λαδωμένοι.
Δυο μεμέτια, τα καημένα, μες στο κόλπο ήταν μπλεγμένα.

Τώρα κλαίν’ όλα τα’ αλάνια
που θα μείνουνε χαρμάνια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου