Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Το «Kοντσέρτο του Αρανχουέθ»

Χοακίν Ροντρίγο
Το «Kοντσέρτο του Αρανχουέθ» είναι ένα έργο για κλασική κιθάρα και ορχήστρα που συνέθεσε ο Ισπανός συνθέτης Χοακίν Ροντρίγο (1901-1999). Γραμμένο το 1939, είναι μακράν το πιο γνωστό έργο του Ροντρίγο, και η επιτυχία του τον εδραίωσε ως έναν από τους σημαντικότερους συνθέτες της Ισπανίας του 20ού αιώνα.
Το Adagio είναι πιθανόν το πιο διάσημο και πιο αναγνωρίσιμο μέρος του έργου, και έχει χρησιμοποιηθεί σε πολλές ταινίες, τηλεοπτικές εκπομπές, και διαφημίσεις. Κατά συνέπεια, πολλοί άνθρωποι σίγουρα έχουν ακούσει το Κοντσέρτο χωρίς να γνωρίζουν τον τίτλο ή τον συνθέτη του. «Το κοντσέρτο του Αρανχουέθ» ο Ροντρίγο το εμπνεύσθηκε από τους κήπους του Βασιλικού Παλατιού του Αρανχουέθ, ανοιξιάτικο θέρετρο και κήποι, που κτίσθηκε από τον Φίλιππο Β’ στο τελευταίο μισό του 16ου αιώνα και ανοικοδομήθηκε στα μέσα του 18ου αιώνα από τον Φερδινάνδο Δ’. Το έργο μεταφέρει τον ακροατή σε έναν άλλο τόπο και χρόνο μέσω της επίκλησης των ήχων της φύσης.
Το Κοντσέρτο αποτελείται από τρία μέρη: Allegro con spirito, Adagio and Allegro gentile.

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

Γ. Ζαμπέτας: «Πού ’σαι Θανάση» – Για τον δικό μας Θανάση

Γιώργος Ζαμπέτας
Ήταν το 1973 όταν ο Γιώργος Ζαμπέτας ηχογραφεί το τραγούδι και το εντάσσει στον δίσκο «Μάλιστα κύριε», που κυκλοφορεί το ταραγμένο φθινόπωρο του ίδιου έτους – εποχή των γεγονότων του Πολυτεχνείου. Το «Μάλιστα κύριε» είναι ο δεύτερος μεγάλος δίσκος (μετά τη «Λεωφόρο Ζαμπέτα» που έχει κυκλοφορήσει έναν χρόνο πριν) όπου ο Αιγαλεώτης δημιουργός ερμηνεύει ο ίδιος όλα τα κομμάτια που έχει γράψει.
Στο τραγούδι «Πού ’σαι Θανάση» συναντώνται οι απώλειες δύο φίλων του Γιώργου Ζαμπέτα: του Θανάση, που δεν είναι άλλος από τον Θανάση Ευστρατιάδη, πατέρα του γνωστού σκηνοθέτη και κινηματογραφικού παραγωγού Όμηρου Ευστρατιάδη, και του πολυγραφότατου στιχουργού Χαράλαμπου Βασιλειάδη που από την πένα του γεννήθηκε το παραπάνω άσμα. Ο Θανάσης Ευστρατιάδης ήταν φίλος του Ζαμπέτα και θαμώνας στα κέντρα όπου ο συνθέτης εργαζόταν. Για την ακρίβεια, ήταν ένας περίφημος γλεντζές της εποχής με φιλίες με καλλιτέχνες των τότε πάλκων, όπως με τον Πρόδρομο Τσαουσάκη και άλλους.
Το 1968 όμως φεύγει από τη ζωή χτυπημένος από καρκίνο, και ο συνθέτης το μαθαίνει έναν χρόνο μετά από τον Όμηρο Ευστρατιάδη.

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Διονύσης Σαββόπουλος:
Σπουδαίος τραγουδοποιός και πρώην επαναστάτης


Γεννημένος  στη Θεσσαλονίκη το 1944 κυκλοφορεί και εντυπωσιάζει αμέσως με τον πρώτο του δίσκο, και έναν από τους καλύτερούς του, «Το φορτηγό» (1966), ενώ αναγνωρίζεται ευρέως. Αν και ο μουσικός οργασμός εκείνης της εποχής καλά κρατεί, η φωνή, ο στίχος, και η μουσική μιλούν και δονούν τη νεολαία της εποχής του που σιγά σιγά θα τον λατρέψει. Πάντρεψε την ελληνική με τη δυτική μουσική βγάζοντας ένα θαυμάσιο αποτέλεσμα. Έπειτα από τρία χρόνια θα κυκλοφορήσει «Το περιβόλι του τρελού» που θα σημειώσει πολύ μεγάλη επιτυχία εντός και εκτός των τειχών, όπου υπάρχει ελληνισμός. Το 1971 κυκλοφορεί τον «Μπάλλο» και το 1972 το «Βρώμικο ψωμί». Φυλακίσθηκε από τη χούντα δύο φορές μέσα στο 1967 και έγινε σύμβολο αντίστασης. Το 1975 θα κυκλοφορήσει τα «Δέκα χρόνια κομμάτια», θα γράψει τη μουσική για την ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Happy day»  και το 1977 θα προσεγγίσει τους «Αχαρνής» με τον  «Αριστοφάνη που γύρισε από τα θυμαράκια», και με τη συμμετοχή πολλών νέων καλλιτεχνών όπως o Νίκoς Παπάζoγλoυ, o Μαvώλης Ρασoύλης, o Πάvoς Κατσιμίχας, η Μελίvα Ταvάγρη, o Ηλίας Λιoύγκoς, o Νίκoς Ζιώγαλας και o Σάκης Μπoυλάς. Ακόμη σημαντικοί δίσκοι του είναι «Η ρεζέρβα» (1979) και τα «Τραπεζάκια έξω» (1983). 1986-1987  παρoυσιάζει  το «Ζήτω τo Ελληvικό Τραγoύδι», μια επιτυχημένη τηλεοπτική εκπoμπή για τα ελληνικά μουσικά δρώμενα.

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

«Τα Πέριξ» - Ρεμπέτικα διά χειρός Μάνου


Το ιστολόγιο δεν μπορεί να κρύψει την ιδιαίτερη προτίμησή του στον μεγάλο μας συνθέτη Μάνο Χατζιδάκι. Όταν πρωτακούσαμε τα «Πέριξ»  το 1974, δυστυχώς πολλοί δεν είχαμε ρεμπέτικα ακούσματα και ήταν η πρώτη μας επαφή με το είδος. Ενθουσιαστήκαμε. Ο Μάνος  μας μετέδωσε  την αγάπη του για το ρεμπέτικο –την απλή, σεμνή και μεγαλειώδη λαϊκή έκφραση–, όντας μυημένος και θαυμαστής του από όταν το ανακάλυψε στα καταγώγια και έγινε θαμώνας τους,  κάνοντας ταυτόχρονα έναν αγώνα να επιβάλλει αυτή τη μουσική στους αστούς και στους διανοούμενους εκείνης της εποχής που το κοίταζαν αφ’ υψηλού. Η διάλεξή του το 1948 στο Θέατρο Τέχνης θα είναι και το πρώτο βήμα  για να αναγνωρισθεί η αξία αυτού του κομματιού της ελληνικής μας μουσικής που όντως είχε παραγνωρισθεί. Και ασφαλώς δεν το εγκατέλειψε ποτέ. Συνέχισε να το υποστηρίζει και επέλεξε, με μουσική γνώση και ευαισθησία, μερικά τραγούδια  των  σπουδαιότερων  συνθετών, με  απόλυτο σεβασμό, και μάς έδωσε μια καθαρή εικόνα αλλά  με τη δική του ιδιοφυή μουσική ματιά. Θεωρούμε, αντικειμενικά,  ότι ο δίσκος, χωρίς καμία μίμηση, ακολουθεί με πλήρη πιστότητα το αυθεντικό ρεμπέτικο τραγούδι, και είναι ο μοναδικός.

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2012

Στο σπίτι του Μάνου


  Όταν περνάς το κατώφλι του σπιτιού του Χατζιδάκι, όλα γίνονται διστακτικά. Ελαφρά πατάς το χαλί. Κουμπω¬μένος κάθεσαι στον καναπέ. Με αγωνία περνάς ξυστά δίπλα από το πιάνο του. Σαν να φοβάσαι μην το γρατσουνίσεις και την ίδια στιγμή εύχεσαι να το ακούσεις να παίζει. Η φαντασία, όμως, δεν ξέρει από δισταγμούς. Τρέχει με χίλια. Και φτιάχνει εικόνες. Είναι αλλόκοτη η αίσθηση αυτού του σπιτιού. Σαν να κάθονται δίπλα σου, όχι ένα, αλλά πολλά πρόσωπα. Πολλοί άνθρωποι. Δεν αισθάνεσαι μόνος. Σαν η παρέα να μεγαλώνει συνεχώς. Ούτε έχεις την αίσθηση ότι είσαι σε μουσείο. λίγες φωτογραφίες δικές του, λίγα στολίδια. Και πολλές αναμνήσεις. Γιατί είναι ένα σπίτι ζωντανό, που σε κάνει να νομίζεις ότι ακούς φωνές και γάργαρα γέλια. Ότι, από κάθε γωνιά, περιμένεις κάποιος να βγει.
Τι περίεργο... Και με τον Γιώργο Χατζιδάκι, τον γιο του, να μιλάει αστείρευτα με διάθεση μικρού παιδιού και χατζιδακική φρεσκάδα, όντως η παρέα μεγαλώνει συνεχώς.
Τα πολλά πρόσωπα του Μάνου έρχονται και φεύγουν. Σου κλείνουν το μάτι. Ο Μάνος, ο γλυκατζής, που κρύβει σαν μικρό παιδί τον δίσκο με τα μελομακάρανα στο μπάνιο, πίσω από τα κουτιά με τα φάρμακα, όταν οι γιατροί του απαγόρευσαν τα γλυκά.
Ο παιχνιδιάρης Μάνος, που έχει φετίχ με τα κουτάκια των χαπιών και τα τακτοποιεί ανά χρώματα και σχήματα.