Ευτύχιος Χατζηττοφής |
Το «Χωρίον ο Πόθος» υπάρχει κάπου κοντά στην Ολυμπία, στην Πελοπόννησο… Και μας περιμένει να τελειώσουμε το βίον μας αναστατωμένοι, μες σ’ αμπελώνες, σε πλατάνια και δροσερές πηγές. Μια περιπλάνηση σε γνώριμα μονοπάτια που όμως δεν μας οδηγούν στη χώρα που γυρεύουμε, αλλά σε μια άγνωστη και πρωτοφανέρωτη μικρή πόλη τριακοσίων ανθρώπων, που μας περιβάλλουν ευθύς αμέσως και μας κοιτάζουν περίεργα και βαθιά ερωτικά. Για να μας θυμίσουν με την σιωπή τους άλλη μια φορά, πως το «Χωρίον ο Πόθος» είναι ένα εξαντλητικό τέρμα. Ένα παιχνίδι επιστροφής.
Ο κύκλος αυτός τραγουδιών, που περιέχεται στον «Μεγάλο Ερωτικό», γράφηκε και ηχογραφήθηκε μέσα σε δέκα μέρες, από τις 2 ως τις 12 Ιουλίου του ’77.
Ο μεγάλος Μάνος, σε μια συνέντευξή του στον συνθέτη Θεόδωρο Αντωνίου, που διασώζεται, μιλάει για το Χωρίον ο Πόθος πλήρως ικανοποιημένος για το έργο του αυτό, το οποίο χαρακτηρίζει μάλιστα ισχυρό ως αποτέλεσμα, θαυμάσιο δείγμα, και τον πιο σημαντικό σταθμό ως τότε (1985) στο τραγούδι του, καθώς το ζητούμενο για εκείνον «είναι ένα τραγούδι που τοποθετεί τη φωνή και τα όργανα απόλυτα αυστηρά, τα οποία παίζουν έναν καθοριστικό ρόλο για να ολοκληρώσουν ένα αισθητικό αποτέλεσμα μετά το τέλος του τραγουδιού». Λέει ο Χατζιδάκις για το Χωρίον: Νομίζω ότι έχω φτάσει σε ένα υψηλό επίπεδο μουσικής έκφρασης. Και τα όργανα και η φωνή και οι στίχοι έχουν δεθεί άρρηκτα μεταξύ τους και δημιουργούν μια πολύπλευρη ερμηνεία ενός συγκεκριμένου αισθήματος, που διαπνέει αυτά τα πέντε τραγούδια από την αρχή μέχρι το τέλος. Μοίρασα τους ρόλους ισοδύναμα στα φλάουτα, στην κιθάρα, στη φωνή, και όλα παίξανε σαν ένα θαυμάσια δομημένο θεατρικό έργο, παίξανε το ρόλο τους από την αρχή μέχρι το τέλος για να ολοκληρώσουν ένα βαθύτατο αίσθημα που κυριαρχούσε στα πέντε αυτά τραγούδια.
Μεγάλο τ’ Αρχιπέλαγο
κι η νύχτα δίχως ταίρι.
Ατίθασο τ’ αγέρι,
θεριέψανε τα κύματα
και πνίξανε τ’ αστέρι.
Ολόρθα τα κατάρτια μας!
Με φόρα τα κουπιά μας
σφυροκοπούν τη μπόρα
και τα πουλιά σημάδεψαν
του γυρισμού την ώρα.
Σαν έρθει το ξημέρωμα
κι η μπόρα σταματήσει
κανείς δε θα μιλήσει,
γιατί η στεριά που φάνηκε
χαμό θα μας χαρίσει.
Γιατί η στεριά που φάνηκε
δε μας καλωσορίζει.
Ποιος τάχα την ορίζει;
Κι έγινε ο πόθος μας πουλί
τους ουρανούς να σκίζει.
Μάνος Χατζιδάκις
Ο κύκλος αυτός τραγουδιών, που περιέχεται στον «Μεγάλο Ερωτικό», γράφηκε και ηχογραφήθηκε μέσα σε δέκα μέρες, από τις 2 ως τις 12 Ιουλίου του ’77.
Ο μεγάλος Μάνος, σε μια συνέντευξή του στον συνθέτη Θεόδωρο Αντωνίου, που διασώζεται, μιλάει για το Χωρίον ο Πόθος πλήρως ικανοποιημένος για το έργο του αυτό, το οποίο χαρακτηρίζει μάλιστα ισχυρό ως αποτέλεσμα, θαυμάσιο δείγμα, και τον πιο σημαντικό σταθμό ως τότε (1985) στο τραγούδι του, καθώς το ζητούμενο για εκείνον «είναι ένα τραγούδι που τοποθετεί τη φωνή και τα όργανα απόλυτα αυστηρά, τα οποία παίζουν έναν καθοριστικό ρόλο για να ολοκληρώσουν ένα αισθητικό αποτέλεσμα μετά το τέλος του τραγουδιού». Λέει ο Χατζιδάκις για το Χωρίον: Νομίζω ότι έχω φτάσει σε ένα υψηλό επίπεδο μουσικής έκφρασης. Και τα όργανα και η φωνή και οι στίχοι έχουν δεθεί άρρηκτα μεταξύ τους και δημιουργούν μια πολύπλευρη ερμηνεία ενός συγκεκριμένου αισθήματος, που διαπνέει αυτά τα πέντε τραγούδια από την αρχή μέχρι το τέλος. Μοίρασα τους ρόλους ισοδύναμα στα φλάουτα, στην κιθάρα, στη φωνή, και όλα παίξανε σαν ένα θαυμάσια δομημένο θεατρικό έργο, παίξανε το ρόλο τους από την αρχή μέχρι το τέλος για να ολοκληρώσουν ένα βαθύτατο αίσθημα που κυριαρχούσε στα πέντε αυτά τραγούδια.
Ο Παναγής της Κυριακής
Στίχοι: Αγαθή Δημητρούκα
Τις Κυριακές ο Παναγής
ήτανε φύλακας της γης.
Μα και τις μέρες που `χε σκόλη
μες στου Θεού το περιβόλι
φρόντιζε δέντρα και καρπούς
της καλοσύνης ο παππούς.
Έτσι ταξίδευε ο καιρός,
μα των αιώνων ο χορός
έβρισκε πάντα κι άλλους τρόπους
να βασανίζει τους ανθρώπους.
Κι ο Παναγής κάποια βραδιά
ένιωσε φόβο στην καρδιά.
Κι όταν ακούστηκε η φωνή
Λαμά Λαμά σαβαχθανί,
καβάλα πια στο σύννεφό του
τον ήλιο έκαμε αδερφό του
και στ’ ουρανού την απλωσιά
σκόρπισε αγάπη και δροσιά.
ήτανε φύλακας της γης.
Μα και τις μέρες που `χε σκόλη
μες στου Θεού το περιβόλι
φρόντιζε δέντρα και καρπούς
της καλοσύνης ο παππούς.
Έτσι ταξίδευε ο καιρός,
μα των αιώνων ο χορός
έβρισκε πάντα κι άλλους τρόπους
να βασανίζει τους ανθρώπους.
Κι ο Παναγής κάποια βραδιά
ένιωσε φόβο στην καρδιά.
Κι όταν ακούστηκε η φωνή
Λαμά Λαμά σαβαχθανί,
καβάλα πια στο σύννεφό του
τον ήλιο έκαμε αδερφό του
και στ’ ουρανού την απλωσιά
σκόρπισε αγάπη και δροσιά.
Ο καινούργιος προφήτης
Στίχοι: Μάνος Χατζιδάκις
Όταν στον κόσμο αυτό
Ξανάβγει ένας προφήτης
Να’ ναι γυναίκα, πελαργός
Κι ένας μικρός αλήτης.
Να’ χει μια στέρνα για καρδιά
Να περπατά στην αμμουδιά
Θα κυνηγάει τα πουλιά
Και θα σκοτώνει τα παιδιά.
Κι όταν σφυρίζει θα ’ρχονται
Απ’ τ’ ουρανού τα βάθη
Δυο πελαργοί, δυο πέρδικες
Σ’ ένα κλειστό καλάθι.
Μπερδεύτηκα
Στίχοι: Μίνως Αργυράκης
Μπερδεύτηκα…
Μια μέσα στο φεγγάρι
Και μια στην ηδονή
Μια μες στο θάνατο
Και μια μες στη ζωή.
Μα κάρφωσα τα μάτια μου
Στου φεγγαριού τις ρίζες
Κι έχουνε τα παντέρημα
Παντοτινά χαθεί.
Μπερδεύτηκα…
Κι αυτό κανείς
Κι αυτό κανείς
Δεν μου το συγχωρεί.
Ένα κορίτσι στο βάλτο
Στίχοι: Αγαθή Δημητρούκα
Το κορίτσι βούλιαξε
στο μεγάλο βάλτο.
Ένας σκύλος ούρλιαξε
μες στην ερημιά.
Για τη νύχτα μίλα μου,
το λυχνάρι πάρ’ το.
Σαν τη Φιλομήλα μου
δε θα βρω καμιά.
Σκότωσα το διάκονο
μες στην εκκλησία.
Πίκρα και παράπονο
δεν υπάρχει πια.
Τίναξα απ’ τον ώμο μου
την απελπισία,
χάραξα το δρόμο μου
στην κακοτοπιά.
Ήρθαν άγρια κύματα
ένα δύο τρία
κι από τ’ αμαρτήματα
πήραν τα μισά.
Κι είπανε πως άμυνα
κράτησαν στην Τροία
δυο μικρά κυκλάμινα
δυο πουλιά χρυσά.
στο μεγάλο βάλτο.
Ένας σκύλος ούρλιαξε
μες στην ερημιά.
Για τη νύχτα μίλα μου,
το λυχνάρι πάρ’ το.
Σαν τη Φιλομήλα μου
δε θα βρω καμιά.
Σκότωσα το διάκονο
μες στην εκκλησία.
Πίκρα και παράπονο
δεν υπάρχει πια.
Τίναξα απ’ τον ώμο μου
την απελπισία,
χάραξα το δρόμο μου
στην κακοτοπιά.
Ήρθαν άγρια κύματα
ένα δύο τρία
κι από τ’ αμαρτήματα
πήραν τα μισά.
Κι είπανε πως άμυνα
κράτησαν στην Τροία
δυο μικρά κυκλάμινα
δυο πουλιά χρυσά.
Η επιστροφή
Στίχοι: Μάνος Χατζιδάκις
Μεγάλο τ’ Αρχιπέλαγο
κι η νύχτα δίχως ταίρι.
Ατίθασο τ’ αγέρι,
θεριέψανε τα κύματα
και πνίξανε τ’ αστέρι.
Ολόρθα τα κατάρτια μας!
Με φόρα τα κουπιά μας
σφυροκοπούν τη μπόρα
και τα πουλιά σημάδεψαν
του γυρισμού την ώρα.
Σαν έρθει το ξημέρωμα
κι η μπόρα σταματήσει
κανείς δε θα μιλήσει,
γιατί η στεριά που φάνηκε
χαμό θα μας χαρίσει.
Γιατί η στεριά που φάνηκε
δε μας καλωσορίζει.
Ποιος τάχα την ορίζει;
Κι έγινε ο πόθος μας πουλί
τους ουρανούς να σκίζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου